yucky [yuckier -comp , yuckiest -sup ] - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

yucky [yuckier -comp , yuckiest -sup ]yuckier -comp , yuckiest -sup ] - translation to Αγγλικά

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Sup; Sup?; SUP (disambiguation)

yucky [yuckier -comp., yuckiest -sup.]      
(adj.) = asqueroso, horrible, horroroso
Ex: I saw Gina's post the other day where she said she feels "fat and frumpish and yucky".
sup         
cenar
tomar a sorbos
comp         
(Abrev.) Compensated/Competition.

Ορισμός

sup
(sups, supping, supped)
1.
If you sup something, you drink it, especially by taking small amounts. (LITERARY or OLD-FASHIONED)
We supped mulled wine.
VERB: V n
2.
If you sup, you eat dinner in the evening. (LITERARY or OLD-FASHIONED)
He had been invited to sup with a colleague and his wife.
= dine
VERB: V

Βικιπαίδεια

SUP

Sup or SUP may refer to:

  • Saskatchewan United Party, a political party in Saskatchewan
  • Supremum or sup, in mathematics, the least upper bound
  • Societas unius personae, proposed EU type of single-person company
  • SUP Media or Sup Fabrik, a Russian internet company
  • Sailors' Union of the Pacific
  • Scottish Unionist Party (1986), established in the mid 1980s
  • Simple Update Protocol, dropped proposal to speed RSS and Atom
  • Software Upgrade Protocol
  • Standup paddleboarding
  • Stanford University Press
  • Sydney University Press
  • Syracuse University Press
  • Sup squark, the supersymmetric partner of the up quark
  • <sup>, an HTML tag for superscript
  • Supangle or sup, a Turkish dessert